idiosyncrasie - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

idiosyncrasie - translation to Αγγλικά


idiosyncrasie         
n. idiocrasy, idiosyncrasy, individual quality, peculiarity, unique characteristic, specific aspect of the physiology of an individual
particularité      
n. peculiarity, detail, feature; mannerism, idiosyncrasy

Βικιπαίδεια

Idiosyncrasie
L’idiosyncrasie (du grec ancien / (« tempérament particulier »), dérivé de / (« propre », « particulier »), / (« avec »), et / (« mélange »)) est le comportement particulier, la « personnalité psychique », propre d'un individu. Ce terme a été notamment utilisé par André Gide dans son roman Paludes paru en 1895 : « Nous ne valons que par ce qui nous distingue des autres ; l'idiosyncrasie est notre maladie de valeur face aux influences de divers agents extérieurs ».